Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018



                   Θωρακίζοντας τους οικολογικούς αγώνες-  Η Ήπειρος εκπέμπει SOS


Πριν από λίγο καιρό, σε συνάντηση με περιβαλλοντικές οργανώσεις για τα πετρέλαια στην Ηπειρο, οι εκπρόσωποι της αρμόδιας αρχής προσπάθησαν να πείσουν ότι ετοιμάζονται βίαιες αντιδράσεις και οι οργανώσεις θα ταυτιστούμε με αυτά. Πολύ θα το ήθελαν.
Τα τελευταία τουλάχιστον πέντε χρόνια, συζητήσεις με παράγοντες από υπουργεία ξεκινούν με αναφορές σε βανδαλισμούς, ακόμα και συγκρούσεις που συμβαίνουν στο πλαίσιο συλλογικών διεκδικήσεων.
Αρθρα σε δημοφιλή μίντια αναφέρουν «έγκυρες πληροφορίες» για βία και απειλές που ετοιμάζονται. Δεν το κάνουν από φόβο, αλλά από επιθυμία τους για ακραίες συμπεριφορές που θα αποπροσανατολίσουν τελείως το πραγματικό οικολογικό διακύβευμα και θα κολλήσουν τις περιβαλλοντικές διεκδικήσεις στην άκρη της πολιτικής ατζέντας.
Δασοκτόνα νομοσχέδια, στρατηγικές καταστροφικές για τον αιγιαλό, σχέδια εξόρυξης υδρογονανθράκων σε όλη τη δυτική πλευρά της Ελλάδας.
Πολιτικές και σχέδια με τεράστιο οικολογικό αποτύπωμα που υπονομεύουν το μέλλον όλων μας αναδύονται σαν πολιτικά καθαγιασμένα, αμέσως μόλις βρεθεί ευκαιρία σπίλωσης του μετώπου αναχαίτισής τους με κηλίδες βίαιης αντίδρασης.
Περιστατικά βίας, που σε πολλές περιπτώσεις είναι πολύ πιθανό να αποτελούν προβοκάτσιες, βολεύουν κυβερνήσεις που νομοθετούν με αδιαφάνεια σε κοινωνικό κενό, ρυπογόνες επιχειρήσεις που γνωρίζουν καλά την τεχνική της διχόνοιας, πολιτικούς που εξυπηρετούν τα κερδοσκοπικά συμφέροντα των λίγων.
Στις σύγχρονες δημοκρατίες, όσο ελλειμματικές και αν είναι, η άσκηση βίας αποτελεί εξουσιαστική συμπεριφορά που ταυτίζεται είτε με εγκληματική δραστηριότητα είτε με μηχανισμούς καταστολής, ενώ καταστρέφει τους άλλους τρόπους αποτελεσματικής διεκδίκησης.
Είναι απόλυτα κατανοητή η οργή που προκαλείται από κάθε αίσθημα περιβαλλοντικής αδικίας.
Ομως οι βίαιες μορφές διαμαρτυρίας είναι όντως η πιο εύκολη οδός αντίδρασης: πρωτόγονη, δεν απαιτεί πολλή σκέψη, δεν χρειάζεται υπομονή για συλλογικές συζητήσεις που φέρνουν κοινωνική ωρίμανση. Απλά βαράς, εκτοξεύεις σε κεφάλια και τζάμια ό,τι βρεις μπροστά σου, σπας ή λερώνεις για πάντα εισόδους κτιρίων, απειλείς ανθρώπους.
Η διατάραξη των πολιτισμικών μύθων που προστατεύουν το status quo δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η άσκηση βίας στο πλαίσιο συλλογικών διεκδικήσεων από τη μία φοβίζει τους πολλούς και τους εξωθεί στα θεωρεία της απλής παρακολούθησης ενός αγώνα ποδοσφαίρου και από την άλλη υπονομεύει σοβαρά τη βιωσιμότητα της δίκαιης αντίδρασης, αφού την καθιστά παράνομη και εξαιρετικά ευάλωτη.
Τα κινήματα προστασίας των κοινών πρέπει και οφείλουν να είναι καλύτερα από τις κυβερνήσεις και τους θεσμούς που θέλουν να αλλάξουν.
Ειδικά στις σύγχρονες δημοκρατίες που χαρακτηρίζονται από πλουραλισμό σε μέσα ελεύθερης δημόσιας έκφρασης, διαδηλώσεις που στιγματίζονται από επεισόδια, βανδαλισμοί, απειλές, αφαίρεση λόγου από ομιλητές σε εκδηλώσεις αποπροσανατολίζουν και δεν συμβάλλουν στην τόσο απαραίτητη συλλογική σύγκλιση που είναι μονόδρομος για τη θωράκιση των κοινών και την ανάπτυξη μιας δίκαιης και οικολογικά βιώσιμης οικονομίας.
Εδώ, θα πρέπει να ανατρέψουμε έναν μεγάλο μύθο που αγκαλιάζει τις βίαιες αντιδράσεις σε περιβαλλοντικές αδικίες: ότι δεν μπορεί κανένας να πετύχει τίποτα χωρίς απειλές, καπνούς και σπασμένα κεφάλια.
Ουδέν αναληθέστερον: οι μεγαλύτερες περιβαλλοντικές νίκες στην Ελλάδα κερδήθηκαν με ευφάνταστους τρόπους κινητοποίησης, χρήση όλων των νόμιμων μέσων και περιφρούρηση του αγώνα από παρεμβολές άλλων επιδιώξεων.
Το πιο κλασικό ίσως παράδειγμα τέτοιας νίκης είναι ο αγώνας για τον Ασωπό. Πολύχρονος, αλλά επίμονος αγώνας που δεν κούρασε, η απαίτηση για καθαρό ποτάμι και νερό, τιμωρία των ρυπαινόντων και ανάπτυξη που θα σέβεται τη φύση και τους ανθρώπους έφερε μαζί πολύ διαφορετικούς ανθρώπους και σηματοδοτήθηκε από πολλές μέχρι σήμερα νίκες.
Η μεγαλύτερη όμως νίκη είναι πως ο αγώνας ήταν ανοιχτός για όλους, ειρηνικός και προέταξε ένα κοινό όραμα. Εργαλεία του: η βαθιά γνώση όλων των διαστάσεων του προβλήματος και η αξιοποίηση όλων των θεσμικών δυνατοτήτων για δράση.
Είναι απόλυτα απαραίτητο για όλες τις ομάδες, τις πρωτοβουλίες, τα κινήματα που ξεκινούν τον καλό αγώνα της προστασίας των περιβαλλοντικών κοινών από τη ρύπανση και την καταστροφή να περιφρουρήσουν τις αρχές της μη βίας, του τεκμηριωμένου αντιλόγου, του σεβασμού στην προσωπική διαφορετικότητα των συνοδοιπόρων, της απόλυτης διαφάνειας και τέλειας διαχείρισης των πόρων που θα τους προσφερθούν στη διάρκεια του κοινού αγώνα. Ετσι ώστε να νικήσουμε. Ολοι μαζί.
http://www.efsyn.gr

Κυριακή 24 Ιουνίου 2018

Χωριστή συλλογή οργανικών αποβλήτων στους δήμους μέσα στο 2018 και επιβολή αντικινήτρων.



«Όλοι οι ΟΤΑ οφείλουν εντός του 2018 να εφαρμόσουν τη διαλογή στην πηγή για όλο το οργανικό τμήμα των απορριμμάτων, τρόφιμα και πράσινα απόβλητα κήπων», υπενθύμισε ο Σωκράτης Φάμελλος στους εκπροσώπους της αυτοδιοίκησης, αναφέροντας και την Ευρωπαϊκή Στρατηγική του 2008, η οποία ορίζει σαφώς ότι η διαχείριση του 50% των απορριμμάτων θα γίνεται σε επίπεδο Δήμων με διαλογή στην πηγή.
Επίσης, όπως είπε, με βάση τον νέο αυτοδιοικητικό νόμο που κατατίθεται άμεσα στη Βουλή ορίζονται οι ρόλοι των ΦοΔΣΑ και των δήμων. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο ρόλος των ΦοΔΣΑ δεν θα περιορίζεται στα μεγάλα έργα, αλλά θα λειτουργούν και ως φορείς τεχνογνωσίας που θα υποστηρίζουν επιστημονικά όλες τις αλλαγές στις οποίες πρέπει να προχωρήσουν οι δήμοι, δηλαδή τη χωριστή διαλογή στην πηγή, την κομποστοποίηση, τη λειτουργία πράσινων σημείων κ.λπ.
«Σήμερα τα αποτελέσματα όσον αφορά τη διαλογή στην πηγή δίνουν μέσο όρο ανακύκλωσης των Δήμων στο 7% και πρέπει να φτάσουμε στο 50% διαλογή στην πηγή, σύμφωνα με τον σχεδιασμό», είπε ο αναπληρωτής υπουργός και πρόσθεσε: «Αν και η κουβέντα γίνεται για τα εργοστάσια, τις μονάδες επεξεργασίας, δεν πρέπει να υποτιμηθούν οι αλλαγές σε επίπεδο δήμων και αυτό μπορούν να το επιτύχουν τα δημοτικά συμβούλια και οι κοινωνικές και παραγωγικές δυνάμεις κάθε περιοχής».
Ήδη το ΥΠΕΝ σε συνεργασία με την ΕΕΤΑΑ και την ΚΕΔΕ ετοιμάζει έναν νέο κανονισμό καθαριότητας κοινής αποδοχής, που θα προβλέπει όλα τα παραπάνω και οι δήμοι θα πρέπει να τον εφαρμόσουν. Ο νέος αυτός κανονισμός προβλέπει την επιβολή αντικινήτρων σε όσους δεν επιλέγουν τη διαλογή στην πηγή.
"Τα βήματα από εδώ και πέρα είναι η παρακολούθηση των μελετών, οι προκηρύξεις του ΠΕΠ για τη λειτουργία των δήμων και τέλος η προκήρυξη των μέτρων για τα μεγάλα έργα", κατέληξε ο Αν. ΥΠΕΝ. "Από την πλευρά μας υπάρχει ήδη οδικός χάρτης παρακολούθησης και υλοποίησης των έργων και είναι απόλυτα συγκεκριμένος, διότι όλοι θέλουμε ένα σαφές σχέδιο έργων και αλλαγών στους δήμους που θα ξεκινήσει μέσα στο 2018".
http://greenagenda.gr

Σάββατο 23 Ιουνίου 2018

                                                                         ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ
Εκπαίδευση - η μόνη ελπίδα για το μέλλον! Ας φτιάξουμε μια επόμενη γενιά πιό ευαισθητοποιημένη - για να μην την εκδικηθεί τελικά το περιβάλλον.


Παρασκευή 22 Ιουνίου 2018

Επιτροπή ΑΓΩΝΑ Πολιτών Βόλου- κάλεσμα ενάντια στην καύση των  σκουπιδιών




Μετά το εντυπωσιακά πετυχημένο συλλαλητήριο της 5ης Μάη καλούμαστε ως πολίτες να δείξουμε και πάλι τη μεγάλη μας αντίδραση στην καύση σκουπιδιών και άλλων δευτερογενών καυσίμων από την ΑΓΕΤ-Lafarge και κάθε άλλη βιομηχανία. Ας είμαστε ΟΛΟΙ παρόντες στη συγκέντρωση που θα γίνει στη συνάντηση Βιομηχάνων με τον Υφυπουργό Οικονομικών για να εκφράσουμε την αντίθεσή μας και να διεκδικήσουμε το δικαίωμά μας στην υγιή και ποιοτική ζωή σε ένα καθαρό περιβάλλον απαλλαγμένο από διοξίνες, φουράνια, υδράργυρο, μικροσωματίδια, χλώριο, κάδμιο και άλλα τοξικά!

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2018



                                 Μέχρι το 2030 θα ανακυκλώνεται το 100% των πλαστικών!!!!


Διαφωνίες στη σύνοδο G7 για τη ρύπανση των Ωκεανών από πλαστικό.
Η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να υπογράψουν μια νέα δέσμευση της G7 κατά της ρύπανσης των ωκεανών από το πλαστικό, ένα θέμα που δίχασε την Ομάδα των Επτά ακόμη περισσότερο απ' ό,τι το εμπόριο ή η κλιματική αλλαγή.
Ο Καναδάς, η Γαλλία, η Γερμανία, η Βρετανία και η Ιταλία, καθώς και η Ευρωπαϊκή Ένωση υπέγραψαν έναν νέο χάρτη κατά της ρύπανσης των ωκεανών από το πλαστικό, όμως η Ιαπωνία αντιτάχθηκε σ' αυτόν μαζί με τις ΗΠΑ, σύμφωνα με το τελικό ανακοινωθέν που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα στο τέλος της συνόδου κορυφής που οργανώθηκε στον Καναδά.
Σε κάθε περίπτωση, ο Ντόναλντ Τραμπ, λίγο μετά την ολοκλήρωση της ολοκλήρωση της συνόδου, απέσυρε την υποστήριξή του από το σύνολο αυτού του ανακοινωθέντος από 28 σημεία, το οποίο είχε εγκριθεί από τις επτά χώρες, επειδή ο Τζάστιν Τριντό επανέλαβε επικρίσεις για τους αμερικανικούς τελωνειακούς δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο.
Σύμφωνα με την Άγγελα Μέρκελ και τον Εμανουέλ Μακρόν, ο νέος «χάρτης», ο οποίος δεν είχε ακόμη δημοσιοποιηθεί από τους Καναδούς οργανωτές της συνόδου κορυφής, προβλέπει ότι μέχρι το 2030 θα ανακυκλώνεται το 100% των πλαστικών ενώ θα αναπτυχθούν όσο το δυνατόν περισσότερες εναλλακτικές επιλογές στις πλαστικές συσκευασίες.
Ανακυκλώνοντας το πλαστικό στον μέγιστο βαθμό, οι χώρες θα περιορίσουν τα απορρίμματα που καταλήγουν στους ποταμούς και τελικά στους ωκεανούς.
Η γερμανίδα καγκελάριος εξήγησε πως η Ουάσινγκτον δεν θέλει να δεσμευθεί σε αριθμητικούς στόχους. Δεν μίλησε για τη θέση της Ιαπωνίας.
«Οι ηγέτες οφείλουν τώρα να μετατρέψουν αυτό το κύμα συλλογικής ανησυχίας σε πραγματικές προόδους», σχολίασε ο Τζον Τάνζερ της μη κυβερνητικής οργάνωσης WWF.
Η δέσμευση των τεσσάρων ευρωπαϊκών χωρών εντάσσεται σ' αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Κομισιόν πρότεινε στα τέλη Μαΐου την απαγόρευση των πλαστικών προϊόντων μιας χρήσης και έθεσε ως στόχο ότι μέχρι το 2025 θα ανακυκλώνεται το 90% των πλαστικών φιαλών.
http://greenagenda.gr

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2018

                               Τουριστική αξιοποίηση σιδηροδρομικής γραμμής.
                             Μια πρόταση του ΟΜ.ΦΙ.ΔΑΣ εδώ και πολλά χρόνια.





                          Πλαστική ρύπανση στην Ελλάδα, Τι δείχνουν πέντε έρευνες


Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που νεκρός φυσητήρας βρέθηκε στη Μύκονο. Κατά την αυτοψία, οι ερευνητές νόμισαν ότι στο στομάχι της βρίσκονταν ένα μικρό φαλαινάκι ή ένα τεράστιο καλαμάρι. Στην πραγματικότητα εκεί εντοπίστηκε μια πλαστική μάζα από 100 πλαστικές σακούλες που ευθύνονταν για τον θάνατο του φυσητήρα.
Η Ελλάδα, η χώρα με τα 16.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής, που ο μεγάλος της πλούτος είναι η θάλασσα, βρίσκεται κι αυτή αντιμέτωπη με το μεγάλο πρόβλημα της θαλάσσιας ρύπανσης από πλαστικά.
Έρευνα που διεξήχθη για την πυκνότητα και σύσταση των απορριμμάτων στον βυθό τριών κόλπων της Ελλάδας (Σαρωνικός, Πατραϊκός, Εχινάδων), ενός της Ρουμανίας (Κοστάντζα) κι ενός της Κύπρου (Λεμεσού) έδειξε, σύμφωνα με το WWF Ελλάς, πως οι περιοχές της Ελλάδας είχαν μεγαλύτερη πυκνότητα απορριμμάτων στον βυθό σε σχέση με τις άλλες περιοχές. Ο βυθός του Σαρωνικού ήταν αυτός με τη μεγαλύτερη πυκνότητα. Αξίζει να σημειωθεί πως το 95% σχεδόν των απορριμμάτων που βρέθηκαν στον Σαρωνικό ήταν πλαστικά. Σε άλλη παρόμοια έρευνα σε Κυκλάδες και Ευβοϊκό, επίσης εντοπίστηκε πως τα πλαστικά απορρίμματα ήταν τα συνηθέστερα απορρίμματα που ‘αλιεύτηκαν’ από τον βυθό των συγκεκριμένων περιοχών.
Σύμφωνα με έρευνα καταγραφής απορριμμάτων σε 80 παραλίες της Ελλάδας, τα πλαστικά είναι η πλέον κοινή κατηγορία απορριμμάτων που εντοπίστηκε. Το 43-51% των απορριμμάτων που καταγράφηκαν στην έρευνα ήταν πλαστικά, το 13-18% χαρτί και το 7-12% αλουμίνιο.
Βάσει πρόσφατης έρευνας στο πλαίσιο του προγράμματος Life Debag, στο τοπ-10 των απορριμμάτων που εντοπίστηκαν στις παραλίες της Σύρου περιλαμβάνονται αποτσίγαρα, μικρά και μεγάλα κομμάτια πλαστικών, καλαμάκια και αναδευτήρες, πλαστικές συσκευασίες τροφίμων, πλαστικά καπάκια, πλαστικές σακούλες και πλαστικά ποτήρια.
Οι Έλληνες καταναλώνουν 1 δισ. πλαστικά μπουκάλια ετησίως
Επιπρόσθετα, η οργάνωση Seas at Risk εκτίμησε την κατανάλωση πλαστικών μιας χρήσης στις χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα. Σύμφωνα λοιπόν με τις μετριοπαθέστερες εκτιμήσεις, στην Ελλάδα καταναλώνονται κάθε χρόνο περίπου 1 δισ. πλαστικά μπουκάλια και 300 εκατομμύρια πλαστικά ποτήρια και καπάκια, ενώ μόνο στα ταχυφαγεία εκτιμάται ότι κάθε χρόνο καταναλώνονται σχεδόν 1 δισ. πλαστικά καλαμάκια.
Όπως σχολιάζει το WWF Ελλάς, με αφορμή την έρευνά του για την πλαστική ρύπανση στη Μεσόγειο, η ρύπανση από πλαστικά μόλις τώρα άρχισε να μπαίνει στο δημόσιο διάλογο, αλλά με τρόπο αποσπασματικό και κυρίως μέσα από κατακερματισμένες δράσεις ενημέρωσης. «Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και το μέτρο εισαγωγής τέλους στη λεπτή πλαστική σακούλα μιας χρήσης αντιμετωπίστηκε ως ένας ακόμη φόρος στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης κι όχι ως ένα πρώτο βήμα για την μείωση των επιπτώσεων που η πλαστική ρύπανση φέρνει στο θαλάσσιο οικοσύστημα», αναφέρει η περιβαλλοντική οργάνωση.
Η ευαισθητοποίηση των πολιτών παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Στο Ευρωβαρόμετρο 388 (Ιούνιος 2014), το 94% των Ευρωπαίων δηλώνουν ότι χρειάζονται περισσότερο ενημέρωση για τα είδη πλαστικών που ανακυκλώνονται, ενώ στο Ευρωβαρόμετρο 468 (Νοέμβριος 2017) προκύπτει πως οι πολίτες δεν είναι τόσο ευαισθητοποιημένοι όσο θα μπορούσε. Για παράδειγμα, μόλις το 34% των Ευρωπαίων δηλώνει ότι αποφεύγει την αγορά πλαστικών προϊόντων μιας χρήσης. Το ποσοστό για τους Έλληνες είναι ακόμα μικρότερο και μόλις φτάνει το 24%, δείγμα του ότι απαιτείται περισσότερη προσπάθεια για την ευαισθητοποίηση και την ανάληψη δράσης εκ μέρους των πολιτών.
Αλλά και σε επίπεδο πολιτικής, υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν, τονίζει η ΜΚΟ. «Καταρχάς», σημειώνει, «δεν έχει υπάρξει μέχρι στιγμής κάποιος σχεδιασμός για τη λήψη μέτρων με σκοπό την αποτροπή εισόδου πλαστικών απορριμμάτων στο θαλάσσιο περιβάλλον. Η εισαγωγή του τέλους πλαστικής σακούλας έγινε μόνο έπειτα από απαίτηση της Κομισιόν και με πολύ ‘χαλαρούς’ όρους (τέλος μόλις 0,04€ το 2018 και 0,09€ το 2019, όταν πχ. σε Ολλανδία και Ιρλανδία η χρέωση φτάνει τα 0,25€ και 0,22€ αντίστοιχα)».
Μετεξεταστέοι στη διαχείριση πλαστικών σκουπιδιών
Στη διαχείριση των πλαστικών απορριμμάτων, η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τη βάση. Σύμφωνα με το WWF Ελλάς, η κακή διαχείριση γενικότερα των στερεών απορριμμάτων, το χαμηλό ποσοστό ανακύκλωσης πλαστικών κι ακόμα χειρότερα η ύπαρξη ανεξέλεγκτων και παράνομων χώρων απόθεσης απορριμμάτων, είναι μόνιμες αιτίες διοχέτευσης πλαστικών στο Αιγαίο, στο Ιόνιο, στη Μεσόγειο. Η Ελλάδα εξακολουθεί να πληρώνει πρόστιμα στην ΕΕ για την μη αποκατάσταση παράνομων χωματερών. Επιπλέον, εκτιμάται ότι μόλις το 20% των πλαστικών απορριμμάτων ανακυκλώνεται, ενώ το υπόλοιπο καταλήγει σε ΧΥΤΑ ή χωματερές. Το ποσοστό ανακύκλωσης πλαστικών στην Ελλάδα είναι ένα από τα χειρότερα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2018

Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με… άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90%!


Μια νέα τεχνολογία σπιτιών με άχυρο για υπερ-μόνωση που εξοικονομούν το 90% από τα έξοδα για θέρμανση και ψύξη αναπτύσσεται σε όλη την Ευρώπη.
Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90%
Τα σπίτια που ολοκληρώθηκαν μέχρι σήμερα υπάρχουν σε μια ποικιλία από σχήματα και μεγέθη, στα οποία περιλαμβάνονται μονοκατοικίες τριών υπνοδωματίων και διαμερίσματα ενός υπνοδωματίου.
Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90% Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90%
Πρόκειται για υπερ-μονωμένες, υψηλής απόδοσης, χαμηλής ενέργειας «παθητικές» κατοικίες που κατασκευάζονται χρησιμοποιώντας ανανεώσιμα υλικά που περιλαμβάνουν άχυρο με στόχο να δημιουργηθεί ένα σύστημα κατασκευής με ρύπους λιγότερο του μηδενός και λογαριασμό θέρμανσης 90% χαμηλότερο από εκείνο ενός μέσου σπιτιού.
Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90% Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90% Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90%
Όπως γράφει το 4green.gr, η βιώσιμη τεχνολογία που έχει εγκατασταθεί στα σπίτια ποικίλλει επίσης σε μεγάλο βαθμό, περιλαμβάνοντας οροφή με βάσεις φωτοβολταϊκών σε διάφορα μεγέθη, σύστημα συλλογής ομβρίων υδάτων καθώς και αντλίες θερμότητας.

Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90% Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90% Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90%
Ο ισχυρισμός περί μείωσης των λογαριασμών θέρμανσης κατά 90% βασίζεται σε δύσκολα δεδομένα που συλλέγονται από το ολοκληρωμένο σχέδιο στέγασης LILAC στο Λιντς.
Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90% Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90%
Σε αυτή την διαδικασία, ο τετράμηνος λογαριασμός θέρμανσης για το χειμώνα για ένα διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου ανήλθε σε μόλις 15 ευρώ, ενώ για ένα σπίτι τεσσάρων υπνοδωματίων στο εντυπωσιακά χαμηλό ποσό των 50 ευρώ.

Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90%
Εκτός από το ολοκληρωμένο έργο LILAC και το ερευνητικό πρόγραμμα «BaleHaus at Bath» που αναπτύχθηκε στο Πανεπιστήμιο του Bath και τώρα εξυπηρετεί το τμήμα φιλοξενίας του πανεπιστημίου, μια ακόμη καινοτομία είναι επίσης σε εξέλιξη στο Μπρίστολ και στην Κορνουάλη και άλλα 50 σπίτια βρίσκονται στο στάδιο του σχεδιασμού για την περιοχή Μπρίστολ.
Στην Ευρώπη άρχισαν να αντικαθιστούν τα κλιματιστικά με... άχυρο. Το όφελος είναι μέχρι και 90%

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2018

                    Η συνταγματική προστασία του περιβάλλοντος (άρθρο 24 Συντ.)

Η συνειδητοποίηση της ανάγκης νομικής κάλυψης της προστασίας του περιβάλλοντος οδήγησε στη σύσταση ενός αυτόνομου κλάδου δικαίου, του δικαίου του περιβάλλοντος. Η προστασία του περιβάλλοντος, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 24 του Συντάγματος, στοιχειοθετεί υποχρέωση του Κράτους και αντίστοιχο δικαίωμα του ατόμου. Το δικαίωμα στο περιβάλλον είναι ένα συνταγματικό, θεμελιώδες δικαίωμα, αφού την ύπαρξη και άσκησή του εγγυάται μια συνταγματική διάταξη αυξημένης τυπικής ισχύος, η οποία δεσμεύει και τις τρεις συντεταγμένες εξουσίες και δεν δύναται να καταργηθεί με τυπικό νόμο ή με διοικητική πράξη. Στη μελέτη που ακολουθεί εξετάζονται τα βασικά στοιχεία του δικαιώματος στο περιβάλλον και αναλύεται, ως προς τις κυριότερες παραμέτρους της, η συνταγματική κατοχύρωση της προστασίας του περιβάλλοντος σύμφωνα με το άρθρο 24 του ισχύοντος ελληνικού Συντάγματος.
Ι. Εισαγωγή
Στην ελληνική έννομη τάξη θεμελιώδη διάταξη για την προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί το άρθρο 24 του ισχύοντος ελληνικού Συντάγματος,[1] κατά το οποίο:
Άρθρο 24
1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον.
2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης.
Οι σχετικές τεχνικές επιλογές και σταθμίσεις γίνονται κατά τους κανόνες της επιστήμης. Η σύνταξη εθνικού κτηματολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους.
3. Για να αναγνωριστεί μία περιοχή ως οικιστική και για να ενεργοποιηθεί πολεοδομικά, οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά, χωρίς αποζημίωση από τον οικείο φορέα, στη διάθεση των εκτάσεων που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθούν δρόμοι, πλατείες και χώροι για κοινωφελείς γενικά χρήσεις και σκοπούς, καθώς και στις δαπάνες για την εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, όπως νόμος ορίζει.
4. Νόμος μπορεί να προβλέπει τη συμμετοχή των ιδιοκτητών περιοχής που χαρακτηρίζεται ως οικιστική στην αξιοποίηση και γενική διαρρύθμιση της σύμφωνα με εγκεκριμένο σχέδιο, με αντιπαροχή ακινήτων ίσης αξίας ή τμημάτων ιδιοκτησίας κατά όροφο, από τους χώρους που καθορίζονται τελικά ως οικοδομήσιμοι ή από κτίρια της περιοχής αυτής.
5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και στην αναμόρφωση των οικιστικών περιοχών που ήδη υπάρχουν. Οι ελεύθερες εκτάσεις, που προκύπτουν από την αναμόρφωση, διατίθενται για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων ή εκποιούνται για να καλυφθούν οι δαπάνες της πολεοδομικής αναμόρφωσης, όπως νόμος ορίζει.
6. Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών.
Ερμηνευτική δήλωση: Ως δάσος ή δασικό οικοσύστημα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών με ξυλώδη κορμό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους, τα οποία, μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλοεπίδρασης τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Δασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά.
Όπως γίνεται δεκτό,[2] το περιβάλλον ορίζεται ως το σύνολο των βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων που αλληλοεξαρτώνται και αλληλεπιδρούν δημιουργώντας βιοκοινότητες και οικοσυστήματα. Η έννοια του περιβάλλοντος περικλείει το σύνολο των συνθηκών, στις οποίες ζει και αναπτύσσεται ένας οργανισμός, το σύνολο των όντων της δημιουργίας, όπως και τους κανόνες και νόμους που διέπουν την ίδια τη ζωή. Το περιβάλλον θα μπορούσε επίσης να ορισθεί ως ένα δυναμικό σύστημα το οποίο εξελίσσεται και προσαρμόζεται συνεχώς στις μεταβαλλόμενες αντιδράσεις και επιδράσεις των στοιχείων και παραγόντων που το συναποτελούν, ως ένα με­γα­σύστημα αποτελούμενο από οικοσυστήματα και ανθρωπογενή συστήματα τελού­ντα σε πολύπλοκες σχέσεις δυναμικής αλληλεπίδρασης.[3]
Περιβάλλον και φύση δεν είναι έννοιες ταυτόσημες. Το περιβάλλον περιλαμβάνει στοιχεία, τα οποία ενδεχομένως δεν αφορούν τη φύση, όπως ο αστικός χώρος, ενώ η φύση προσδιορίζεται ως το σύνολο των στοιχείων που βρίσκονται έξω από την ορθολογική και τεχνική δραστηριότητα του ανθρώπου.[4] Η συνειδητοποίηση της ανάγκης νομικής κάλυψης της προστασίας του περιβάλλοντος, υπό την έννοια της ένταξης της προστασίας του στο χώρο του δικαίου, οδήγησε στη σύσταση ενός αυτόνομου κλάδου δικαίου, του δικαίου του περιβάλλοντος, το οποίο συνοπτικά μπορεί να ορισθεί ως το δίκαιο για την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της οικολογικής βλάβης.[5]
ΙΙ. Νομικά θεμέλια του δικαιώματος
Α. Σύνταγμα
Το Σύνταγμα του 1975 περιέλαβε για πρώτη φορά στην ιστορία των ελληνικών Συνταγμάτων ρητές διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος.[8] H συνταγματική προστασία του περιβάλλοντος καταλαμβάνει:[9] α) το φυσικό περιβάλλον, με ιδιαίτερη έμφαση στα δασικά οικοσυστήματα (άρθρο 24 παρ. 1 και ερμ. δήλωση συνδ. με άρθρο 117 παρ. 3-4) και β) το ανθρωπογενές περιβάλλον, οικιστικό (άρθρο 24 παρ. 2-5) και πολιτιστικό (άρθρο 24 παρ. 1, 6). H καθιέρωση υποχρέωσης του Κράτους για την περιβαλλοντική προστασία αποκλείει τη θε­ώ­ρη­­ση της διατάξεως του άρθρου 24 παρ. 1 του Συντάγματος ως κατευθυντήριας διά­ταξης ή ευχής,[10] δεκτού γενομένου ότι οι δια­τά­ξεις του Συ­­ντάγματος περιέχουν κανόνες δι­καίου νομικά δεσμευτικούς για τον νομοθέτη, τη Διοίκηση και τον δικαστή.
Από το άρθρο 24 του Συντάγματος απορρέει υποχρέωση της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας να προβαίνουν σε θετικές ενέργειες για την προστασία του περιβάλλοντος με τη λήψη των απαιτούμενων νομοθετικών, διοικητικών, προλη­πτικών και κατασταλτικών μέτρων, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βα­θμό και στην οικονομική ή άλλη ατομική ή συλλογική δραστηριό­τητα. Το άρθρο 24 του Συντάγματος αποτελεί το κύριο, όχι όμως και το αποκλειστικό συνταγματικό έρεισμα προστασίας του περιβάλλοντος. H διασφάλιση των περιβαλλοντικών αγαθών είναι επιταγή άρρηκτα συνδεδεμένη με τον σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος) και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ελεύ­θερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του (άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος) και την πραγμάτωση άλλων δικαιωμάτων, όπως ιδίως το δικαίωμα στην υγεία (άρθρο 5 παρ. 5 συνδ. 21 παρ. 3 του Συντάγματος).
Το αντικείμενο του δικαιώματος στο περιβάλλον ορίζεται με ιδιαίτερη ευρύτητα, ώστε να καταλαμβάνει όλα τα στοι­χεία που συνθέτουν εκάστοτε τον υπό ευρεία έννοια ζωτικό χώρο του ανθρώ­που. Με τη ρητή κατοχύρωση της αρχής της αειφορίας, που επήλθε με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, επιτάσσεται η στάθμιση της οι­κονομικής ανάπτυξης με την περιβαλλοντική προστασία.[11] O χαρακτηρισμός ενός δικαιώματος ως ατομικού, κοινωνικού ή πολιτικού, έχει σημασία για την οριοθέτηση της δέσμευσης των εξου­σιών που παρέχει στον φορέα του. Το αίτημα για πληρότητα της νομικής προστασίας του πε­ριβάλλοντος έχει οδηγήσει στην παραδοχή ότι το άρθρο 24 του Συντάγματος καθιερώνει τόσο ατομικό όσο και κοινωνικό και πολιτικό δικαί­ωμα στο περιβάλλον. H άποψη αυτή είναι νομικά υποστηρίξιμη λόγω της ευρείας διατύπωσης του άρθρου 24, η οποία προσ­φέρεται για την ανάδειξη της σχετικότητας της τριχοτόμησης των συνταγματικών δικαιωμάτων, της παραπληρωματικότητας και αλληλεξάρτησης ατομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμά­των.
Β. Το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)
Στο πλαίσιο του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου, η προστασία του περιβάλλοντος δεν συμπεριλαμβανόταν στους στόχους της Iδρυτικής Συνθήκης της Eυρωπαϊκής Oικονομικής Kοινότητας (Συνθήκη της Pώμης, 1957), η οποία περιοριζόταν στη διαμόρφωση ενός πλαισίου οικονομικής συνεργασίας των κρατών μελών. Mε την πάροδο του χρόνου κατέστη σαφές ότι η δημιουργία μίας κοινής αγοράς και η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι δυνατόν να επιδιωχθούν ερήμην της περιβαλλοντικής πολιτικής και χωρίς σαφή κοινωνικό και οικολογικό προσανατολισμό.[12] H προστασία του περιβάλλοντος ανάγεται έτσι σε στόχο της Kοινότητας, για πρώτη φορά, στη Σύνοδο Kορυφής στο Παρίσι, τον Oκτώβριο του 1972.
H προστασία του περιβάλλοντος λαμβάνει μορφή αυτοτελούς κοινοτικής δράσεως με την Eνιαία Eυρωπαϊκή Πράξη του 1986, οπότε προστέθηκαν στη ΣυνθEOK τα άρθρα 130Π, 130P και 130Σ, προσδιορίζοντας τα αντικείμενα, τις γενικές αρχές και τα όρια της κοινοτικής περιβαλλοντικής δράσης. Oι βασικές αρχές που διέπουν την άσκηση της κοινοτικής περιβαλλοντικής πολιτικής ήταν σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές: α) H αρχή της ενσωμάτωσης, σύμφωνα με την οποία η πολιτική της Kοινότητας, σε κάθε τομέα της αρμοδιότητάς της, πρέπει να διαμορφώνεται μετά από συνεκτίμηση των απαιτήσεων της προστασίας του περιβάλλοντος και β) η αρχή της επικουρικότητας, σύμφωνα με την οποία η Kοινότητα δρα στον τομέα του περιβάλλοντος, εφ΄ όσον οι σχετικοί στόχοι της μπορούν να πραγματοποιηθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο παρά σε επίπεδο των επιμέρους κρατών μελών.
H Συνθήκη του Mάαστριχτ του 1992 (άρθρα 2-3 και 130P επ. ΣυνθEK) ανήγαγε, για πρώτη φορά ρητά, την προστασία του περιβάλλοντος στις βασικές αρχές και τους σκοπούς της Kοινότητας (άρθ. 2 και 3 ΣυνθEK) ορίζοντας ότι η κοινοτική δράση για το περιβάλλον προάγεται σε κοινοτική πολιτική, η δε ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος δεν αποτελεί απλώς «συνιστώσα» των λοιπών Κοινοτικών πολιτικών, αλλά θα πρέπει να λαμβάνονται υπ΄ όψη κατά τη διαμόρφωσή τους. Eπίσης ορίσθηκε ρητά ότι τα αρμόδια όργανα για την υλοποίηση της κοινοτικής περιβαλλοντικής πολιτικής οφείλουν να αποβλέπουν σε υψηλό επίπεδο προστασίας και ενισχύθηκε ο ρόλος του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου στη διαμόρφωση των σχετικών μέτρων. Mε τη Συνθήκη του Mάαστριχτ η Kοινότητα παύει να έχει μόνον οικονομικό προσανατολισμό και μετασχηματίζεται σε ένα πολυδιάστατο θεσμό με διευρυμένες δυνατότητες παρέμβασης στις έννομες τάξεις των κρατών μελών, όχι μόνο σε οικονομικό, αλλά και σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. H αυξημένη δυνατότητα παρέμβασης σε περιβαλλοντικά θέματα εντάσσεται στην εξέλιξη αυτή και αποτελεί ένα από τα πιο ουσιώδη στοιχεία της.[13]
Η Συνθήκη του Άμστερνταμ του 1997[14] επέφερε τροποποιήσεις, οι οποίες ομοίως κινήθηκαν προς την κατεύθυνση της διεύρυνσης της κοινοτικής δράσης και πολιτικής για το περιβάλλον. Σημαντικότερη καινοτομία ήταν ότι η προστασία του περιβάλλοντος θεωρήθηκε για πρώτη φορά ως στόχος της Kοινότητας ανεξάρτητος από την οικονομική ανάπτυξη, ενώ έγινε ρητή αναφορά και στην αρχή της αειφόρου ανάπτυξης. Eπιπλέον, η απαίτηση για υψηλό επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας διατυπώθηκε και στο άρθρο 2 της Συνθήκης ως γενική επιταγή που διέπει όλο το φάσμα του κοινοτικού έργου. Εν συνεχεία, η Συνθήκη της Νίκαιας, η οποία ετέθη σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2003, δεν επέφερε ουσιώδεις αλλαγές στο πρωτογενές κοινοτικό δίκαιο του περιβάλλοντος, εστιάζοντας κυρίως στα αντικείμενα, για τα οποία απαιτείται ομοφωνία για την εκπόνηση παραγώγου κοινοτικού δικαίου.
Το Σχέδιο Ευρωπαϊκού Συντάγματος[15] περιέλαβε την προστασία του περιβάλλοντος στους στόχους της Ένωσης στο άρθρο Ι-3 παρ. 3, ενώ το περιβάλλον εντάσσεται, κατ΄ άρθρο 1-14, στους τομείς συντρέχουσας αρμοδιότητας της Ένωσης. Ο Χάρτης Θεμελιωδών Διακιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο άρθρο 37, περιλαμβάνει το δικαίωμα στο περιβάλλον υπό τον τίτλο IV «Αλληλεγγύη» και κατοχυρώνει την προστασία του περιβάλλοντος ορίζοντας ρητά ότι το υψηλό επίπεδο προστασίας του και η βελτίωση της ποιότητάς του πρέπει να ενσωματώνονται στις πολιτικές της Ένωσης και να διασφαλίζονται σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας[16] (άρθρα 191 επ. ΣΛΕΕ) επέφερε σημαντικές μεταβολές στη δομή και λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος σημαντικότερη καινοτομία της ήταν ότι στους στόχους της περιβαλλοντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμπεριέλαβε την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.[17] Συνοψίζοντας, διαφαίνεται ότι οι κατευθυντήριες αρχές, βάσει των οποίων διαμορφώνεται η περιβαλλοντική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι οι εξής:
α) Οι γενικές αρχές της ενσωμάτωσης και της επικουρικότητας, που καθορίζουν το εύρος της κοινοτικής περιβαλλοντικής πολιτικής και οριοθετούν την κανονιστική αρμοδιότητα των κοινοτικών οργάνων, όπως ανωτέρω αναπτύχθηκαν ως προς το περιεχόμενό τους, βάσει της παρ. 2 του άρθρου 191 ΣΛΕΕ.
β) H απαίτηση υψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος, όπως θεσμοθετήθηκε με τη Συνθήκη του Mάαστριχτ (άρθρο 130P παρ. 2) και ενισχύθηκε με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ του 1997 (άρθρο 174 παρ. 2 και άρθρο 2 ΣυνθEK), αναχθείσα σε θεμελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου. Λόγω της αοριστίας της η αρχή αυτή είναι δύσκολο να αναπτύξει νομική δεσμευτικότητα, ωστόσο δεν επιτρέπει την υποβάθμιση του ήδη επιτευχθέντος επιπέδου προστασίας καθιερώνοντας ένα κοινοτικό οικολογικό κεκτημένο.[18]
γ) Οι αρχές της πρόληψης και της προφύλαξης καθιερώθηκαν με το άρθρο 191 ΣΛΕΕ και τη Διακήρυξη του Pίο του 1992,[19] στην οποία εξαγγέλλεται ότι η προστασία του περιβάλλοντος πρέπει να προσεγγίζεται κατά βάση ως προληπτική δράση.
δ) H αρχή της αειφορίας ή βιώσιμης ανάπτυξης, κατοχυρώνεται στα άρθρα 2, 6 και 191 παρ. 1 ΣΛΕΕ και προβλέπει ότι κάθε ανθρώπινη επέμβαση στο περιβάλλον θα πρέπει να γίνεται ούτως, ώστε να διασφαλίζεται ισόρροπη σχέση μεταξύ εκμετάλλευσης φυσικών πόρων και εξέλιξης των οικοσυστημάτων χάριν και των επομένων γενεών.[20]
ε) H αρχή της επανόρθωσης των προσβολών του περιβάλλοντος κατά προτεραιότητα στην πηγή κατ΄ άρθρο 191 παρ. 2 ΣΛΕΕ. H πρακτική σημασία της είναι μεγάλη καθώς η οικολογική ζημία δεν περιορίζεται σε ορισμένο χώρο, αλλά διαχέεται από τη φύση της (π.χ. διασυνοριακή ρύπανση) ή ηθελημένα (π.χ. μεταφορά αποβλήτων).[21]
στ) H αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», ως βασική έκφραση της έννοιας της περιβαλλοντικής ευθύνης στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεσμεύει τον κοινοτικό νομοθέτη και τα κοινοτικά όργανα σε όλα τα επίπεδα και υπερέχει έναντι οποιασδήποτε ισχύουσας διάταξης του εθνικού δικαίου, στο μέτρο που η τελευταία αντιστρατεύεται τον επιδιωκόμενο από την αρχή αυτή σκοπό. Διατυπώθηκε το πρώτον το 1972 σε Σύσταση του ΟΟΣΑ και ενσωματώθηκε και στη Διακήρυξη του Ρίο (1992), έχει δε την έννοια ότι ο ρυπαίνων βαρύνεται με τις δαπάνες υλοποίησης των μέτρων, τα οποία λαμβάνουν οι δημόσιες αρχές, προκειμένου να διασφαλισθεί η διατήρηση του περιβάλλοντος σε αποδεκτή κατάσταση. Αποτελεί θεμελιώδη ερμηνευτική αρχή της περιβαλλοντικής δράσης της Ένωσης και της εν γένει χάραξης των πολιτικών της για το περιβάλλον.
ζ) Η αρχή της συμμετοχής των πολιτών και το δικαίωμα ελεύθερης πληροφόρησης για θέματα περιβάλλοντος με δυνατότητα αναζήτησης πλήρους δικαστικής προστασίας ομοίως ερείδεται στο άρθρο 191 παρ. 2 ΣΛΕΕ και αναδεικνύει τον ρόλο του πολίτη στο πεδίο προστασίας του περιβάλλοντος.[22]
Tο παράγωγο κοινοτικό δίκαιο περιβάλλοντος απαρτίζεται κυρίως από Oδηγίες και δευτερευόντως από Kανονισμούς και Aποφάσεις, Συστάσεις, Γνώμες. Τα σημαντικότερα νομοθετικά κείμενα του παράγωγου κοινοτικού δικαίου περιβάλλοντος, κατά κατηγορία ρυθμιστικού αντικειμένου, είναι τα ακόλουθα:[23]
ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ – ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Κανονισμός 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 2003 για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές (ΕΕ L 268/1/18.10.2003)
Κανονισμός 1830/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 2003 σχετικά με την ιχνηλασιμότητα και την επισήμανση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών και την ιχνηλασιμότητα τροφίμων και ζωοτροφών που παράγονται από γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς και για την τροποποίηση της Οδηγίας 2001/18/ΕΚ (ΕΕ L 268/24/18.10.2003)
Κανονισμός 641/2004 της Επιτροπής της 6ης Απριλίου 2004 σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του Κανονισμού 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την αίτηση για έγκριση νέων γενετικώς τροποποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών, την κοινοποίηση υφιστάμενων προϊόντων και την τυχαία ή τεχνικώς αναπόφευκτη παρουσία γενετικώς τροποποιημένου υλικού που έτυχε ευνοϊκής αξιολόγησης κινδύνου (ΕΕ L 102/14/7.4.2004)
Οδηγία 18/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2001 για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της Οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 106/1/17.4.2001)
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΕΔΑΦΟΥΣ
Οδηγία 278/1986 του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 1986 σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος και ιδίως του εδάφους κατά τη χρησιμοποίηση της ιλύος καθαρισμού λυμάτων στη γεωργία (EE L 181/6/4.7.1986)
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΟΡΥΒΟ
Οδηγία 49/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002 σχετικά με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του περιβαλλοντικού θορύβου (ΕΕ L 189/12/18.7.2002)
ΡΥΠΑΝΣΗ ΑΠΟ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Κανονισμός 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 για τις μεταφορές αποβλήτων (EE L 190/1/12.7.2006), Οδηγία 31/1999 του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 1999 περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (EE L 182/1/16.7.1999)
Γ. Διεθνές δίκαιο
Κυριότερο χαρακτηριστικό γνώρισμα του διεθνούς δικαίου του περιβάλλοντος είναι η συμβατική του προέλευση. Ως κατ΄ εξοχήν όργανο νομοθετι­κής παραγωγής στον χώρο του διεθνούς περιβαλλοντκού δικαίου αναδεικνύεται η σύμβαση – πλαίσιο,[24] ένα διεθνές συμβατικό κείμενο δεσμευτικό για όλα τα κράτη που το υπογράφουν, το οποίο περιέχει συχνά μια γενική και αφηρημένη υποχρέωση των μελών «να προστατεύουν και να διατηρούν το περιβάλλον» ή μια επίσης γενική υποχρέωση «να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη, τη μείωση και τον έλεγχο της ρύπανσης του περιβάλλοντος από οποιασδήποτε πηγή».
Στην εποχή μας, τα περιβαλλοντικά προβλήματα και η οικολογική βλάβη είτε από χερσαίες πηγές, είτε η ατμοσφαιρική ή θαλάσσια, λόγω της αλματώδους εξέλιξης της τεχνολογίας και της διόγκωσης της βιομηχανικής παραγωγής, λαμβάνουν συχνά εκτεταμένες διαστάσεις πλήττοντας το περιβάλλον περισσοτέρων του ενός, όμορων ή μη, κρατών σε τέτοιο βαθμό, ώστε μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι ο ρόλος του διεθνούς δικαίου και του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, στην περίπτωση της διασυνοριακής ρύπανσης, καθίσταται καθοριστικός. Στην Ελλάδα, δυνάμει της διατάξεως του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγματος, κατοχυρώνεται η πλήρης εναρμόνιση της Πολιτείας με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει όσον αφορά την υποχρέωση προστασίας του περιβάλλοντος που απορρέει από διεθνή συμβατικά κείμενα.
Ακολούθως σημειώνονται οι κυριότερες διεθνείς περιβαλλοντικές συμβάσεις, που καλύπτουν στο σύνολό τους τις μορφές περιβαλλοντικής προστασίας και αντιμετώπισης της περιβαλλοντικής βλάβης, με ιδιαίτερη μνεία στην πορεία ενσωμάτωσής τους στην εθνική μας έννομη τάξη:[25]
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ – ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΕΙΔΩΝ
(ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ ΚΑΙ ΧΛΩΡΙΔΑΣ)
Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα (Ρίο Ντε Τζανέιρο, 5 Ιουνίου 1992) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2204/1994)
Σύμβαση Διεθνούς Εμπορίας ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που κινδυνεύουν να εξαφανισθούν με τα Παραρτήματα Ι και ΙΙ αυτής (Σύμβαση CITES) (Ουάσινγκτον ΗΠΑ, 3 Μαρτίου 1973) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2055/1992)
Διεθνής Σύμβαση για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης (Βέρνη, 19 Σεπτεμβρίου 1979) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1335/1983)
Διεθνής Σύμβαση για τη διατήρηση των αποδημητικών ειδών της άγριας πανίδας (Βόννη, 23 Ιουνίου 1979) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2719/1999)
Διεθνής Συμφωνία περί προστασίας των διεθνούς ενδιαφέροντος υγροτόπων ιδία ως υδροβιοτόπων (Ramsar Ιράν, 2 Φεβρουαρίου 1971) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το νδ/γμα 191/1974)
Πρωτόκολλο που τροποποιεί τη Σύμβαση Ραμσάρ του 1971 για την προστασία των διεθνούς ενδιαφέροντος υγροτόπων ιδία ως υδροβιοτόπων (Παρίσι, 3 Δεκεμβρίου 1982) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1751/1988)
Τροποποιήσεις της Σύμβασης Ραμσάρ (1971) για την προστασία των διεθνούς ενδιαφέροντος υγροτόπων ιδία ως υδροβιοτόπων (Ρεγγίνα Καναδάς, 28 Μαΐου – 3 Ιουνίου 1987) (έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1950/1991)
Διεθνής Σύμβασις διά την προστασίαν της Παγκοσμίου Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς (Σύμβαση της UNESCO) (Παρίσι, 23 Νοεμβρίου 1972) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1126/1981)
ΔΑΣΙΚΑ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Διεθνής Συμφωνία για την τροπική ξυλεία (Γενεύη, 27 Ιανουαρίου 2006) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3970/2011)
ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΤΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
United Nations Convention on the Law of the Sea (UNCLOS) (Montego Bay Τζαμάικα, 10 December 1982) Part XII – Protection and Preservation of the Marine Environment (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2321/1995)
Διεθνής Σύμβαση για την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία (Σύμβαση MARPOL 73/78) (Λονδίνο, 2 Νοεμβρίου 1973) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1269/1982)
Πρωτόκολλο που τροποποιεί τη Διεθνή Σύμβαση για την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία του 1973, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο του 1978 (Λονδίνο, 26 Σεπτεμβρίου 1997) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3104/2003)
Διεθνής Σύμβαση για την ετοιμότητα, συνεργασία και αντιμετώπιση της ρύπανσης της θάλασσας από πετρέλαιο (Λονδίνο, 30 Νοεμβρίου 1990) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2252/1994)
Πρωτόκολλο στη Διεθνή Σύμβαση για την ετοιμότητα, συνεργασία και αντιμετώπιση περιστατικών ρύπανσης της θάλασσας από επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες (Λονδίνο, 15 Μαρτίου 2000) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3100/2003)
Διεθνής Σύμβασις της Βαρκελώνης της 16 Φεβρουαρίου 1976 περί προστασίας της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της ρυπάνσεως, μετά του συνημμένου εις αυτήν Παραρτήματος και Πρωτόκολλα της εν λόγω Συμβάσεως περί προλήψεως ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της απορρίψεως ουσιών εκ των πλοίων και αεροσκαφών και περί συνεργασίας διά την καταπολέμησιν ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ πετρελαίου και άλλων επιβλαβών ουσιών μετά των συνημμένων εις αυτά Παραρτημάτων (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 855/1978)
Πρωτόκολλα 1980 για την προστασία της Μεσογείου Θαλάσσης από τη ρύπανση από χερσαίες πηγές και 1982 περί των ειδικά προστατευομένων περιοχών της Μεσογείου (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1634/1986)
Τροποποιήσεις της Σύμβασης της Βαρκελώνης για την προστασία της Μεσογείου Θάλασσας από τη ρύπανση (ν. 855/1978, Α΄ 235, Βαρκελώνη 10 Ιουνίου 1995) και Πρωτοκόλλου 1980 για την προστασία της Μεσογείου Θάλασσας από τη ρύπανση από χερσαίες πηγές (ν. 1634/1986, Α΄ 104) (Συρακούσες, 7 Μαρτίου 1996) (έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3022/2002)
Πρωτόκολλο περί συνεργασίας για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία και σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, στην καταπολέμηση της ρύπανσης της Μεσογείου Θάλασσας (Βαλέτα Μάλτα, 25 Ιανουαρίου 2002) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3497/2006)
Διεθνής Σύμβασις για την ίδρυση διεθνούς κεφαλαίου αποζημίωσης ζημιών ρύπανσης από πετρελαιοειδή (Λονδίνο, 18 Οκτωβρίου 1971) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1638/1986, καταγγέλθηκε από 2 Μαΐου 1998)
Πρωτόκολλο τροποποίησης της Διεθνούς Σύμβασης του 1971 για την ίδρυση Διεθνούς Κεφαλαίου αποζημίωσης (Λονδίνο, 19 Νοεμβρίου 1976) (βλ. πδ/γμα 270/1995)
Πρωτόκολλο τροποποίησης της Διεθνούς Σύμβασης του 1971 για την ίδρυση Διεθνούς Κεφαλαίου αποζημίωσης (Λονδίνο, 27 Νοεμβρίου 1992) (βλ. πδ/γμα 270/1995, έναρξη ισχύος: 9 Οκτωβρίου 1996)
Πρωτόκολλο τροποποίησης της Διεθνούς Σύμβασης του 1971 για την ίδρυση Διεθνούς Κεφαλαίου αποζημίωσης (Λονδίνο, 16 Μαΐου 2003) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3482/2006)
Διεθνής Σύμβασις περί προλήψεως της ρυπάνσεωςτης θαλάσσης εξ απορρίψεως καταλοίπων και άλλων υλών (Λονδίνο, Πόλη του Μεξικού, Μόσχα, Ουάσιγκτον, 29 Δεκεμβρίου 1972) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1147/1981)
Αποδοχή τροποποιήσεων των παραρτημάτων της Διεθνούς Σύμβασης για την πρόληψη της ρύπανσης της θάλασσας από την απόρριψη καταλοίπων και άλλων υλών (Λονδίνο, 12 Οκτωβρίου 1978) (βλ. πδ/γμα 68/1995)
Συνθήκη για την Ανταρκτική (Ουάσιγκτον ΗΠΑ, 1 Δεκεμβρίου 1959) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1629/1986)
Πρωτόκολλο στη Συνθήκη της Ανταρκτικής για την προστασία του περιβάλλοντος (Μαδρίτη, 4 Οκτωβρίου 1991) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2293/1995)
Σύμβαση για τη διατήρηση των θαλάσσιων βιολογικών πόρων της Ανταρκτικής με το Παράρτημα και το ειδικό της Παράρτημα (Καμπέρα Αυστραλία, 20 Μαΐου 1980) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1660/1986)
Συνθήκη για την απαγόρευση τοποθέτησης πυρηνικών όπλων και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής στον βυθό των θαλασσών και ωκεανών και στο υπέδαφος αυτών (Ουάσιγκτον, Λονδίνο, Μόσχα, 11 Φεβρουαρίου 1971) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1528/1985)
Protocol for the Protection of the Mediterranean Sea against Pollution resulting from Exploration and Exploitation of the Continental Shelf and the Seabed and its Subsoil (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Protocol concerning Specially Protected Areas and Biological Diversity in the Mediterranean (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Annexes to the Protocol concerning Specially Protected Areas and Biological Diversity in the Mediterranean (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Protocol on the Prevention of Pollution of the Mediterranean Sea by Transboundary Movements of Hazardous Wastes and their Disposal (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Protocol on Integrated Coastal Zone Management in the Mediterranean (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
International Convention on Liability and Compensation for Damage in Connection with the Carriage of Hazardous and Noxious Substances by Sea, 2010 (2010 HNS Convention) (δεν έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Amendments to the Protocol for the Prevention of Pollution of the Mediterranean Sea by Dumping from Ships and Aircraft (δεν έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
Σύμβαση ΟΗΕ για την προστασία και τη χρήση των διασυνοριακών υδάτων και των διεθνών λιμνών (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2425/1996)
UN Economic and Social Council – Economic Commission for Europe – Meeting of the Parties to the Convention on the Protection and use of Transboundary Watercourses and International Lakes – MP.WAT/2000/1 EUR/ICP/EHCO 020205/8Fin/18 October 1999 (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Protocol on Civil Liability and Compensation for Damage caused by the Transboundary Effects of Industrial Accidents on Transboundary Waters to the 1992 Convention on the Protection and Use of Transboundary Watercourses and International Lakes and to the 1992 Convention on the Transboundary Effects of Industrial Accidents (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
UN Economic and Social Council – Economic Commission for Europe – Meeting of the Parties to the Convention on the Protection and use of Transboundary Watercourses and International Lakes – Amendment to articles 25 and 26 of the Convention – ECE/MP.WAT/14/12 January 2004 (δεν έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ
Σύμβαση για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακά πλαίσια (Espoo Φινλανδία, 25 Φεβρουαρίου 1991) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2540/1997)
Protocol on Strategic Environmental Assessment to the Convention on Environmental Impact Assessment in a transboundary context (Kiev, 2003) (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
1st and 2nd Amendment to the Espoo Convention (δεν έχουν υπογραφεί από την Ελλάδα)
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
Σύμβαση για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων, καθώς και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (Aarhus Δανία, 25 Ιουνίου 1998) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3422/2005)
Economic Commission for Europe – Meeting of the Parties to the Convention on Access to Information, Public Participation in Decision-making and Access to Justice in Environmental Matters: Decision II/1 Genetically Modified Organisms, adopted at the second meeting of the Parties – Amendment to the Convention (Almaty Kazakhstan May 2005) (δεν έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
Convention on Civil Liability for Damage Resulting from Activities Dangerous to the Environment (Lugano, 1993) (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα, δεν ετέθη σε ισχύ)
Convention on Civil Liability for Damage caused during Carriage of Dangerous Goods by Road, rail and Inland Navigation Vessels (CRTD) (UN 1989) (δεν έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Διεθνής Σύμβασις διά την προστασίαν της Παγκοσμίου Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς (Σύμβαση της UNESCO) (Παρίσι, 23 Νοεμβρίου 1972) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1126/1981)
UNESCO Underwater Cultural Heritage 2001 Convention (δεν έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Σύμβαση για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης (Γρανάδα, 1985) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2039/1992)
Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς (αναθεωρημένη) (Βαλέτα Μάλτα, 16 Ιανουαρίου 1992) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3378/2005)
Σύμβαση για την προστασία της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς (Παρίσι, 3 Νοεμβρίου 2003) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3521/2006)
Ευρωπαϊκή Σύμβασις διά την προστασίαν της αρχαιολογικής κληρονομίας (Λονδίνο, 6 Μαΐου 1969) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1127/1981)
Σύμβαση περί προστασίας των πολιτιστικών αγαθών εν περιπτώσει ενόπλου συρράξεως (Χάγη, 14 Μαΐου 1954) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1114/1981)
Δεύτερο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση της Χάγης 1954 για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης (Χάγη, 26 Μαρτίου 1999) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3317/2005)
ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ – ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη Βιοασφάλεια στη Σύμβαση για τη βιολογική ποικιλότητα που υπογράφηκε στο Μόντρεαλ, στις 29 Ιανουαρίου 2000 (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3233/2004)
Nagoya Protocol on Access to Genetic Resources and the Fair and Equitable Sharing of Benefits arising from their Utilization to the Convention on Biological Diversity (δεν έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
* Βλ. σχετ. Ανακοίνωση ΕΕ σχετικά με την έναρξη ισχύος του Πρωτοκόλλου της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους στη σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία (ΕΕ L 283/1/27.9.2014)
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ
Σύμβαση για τις διασυνοριακές επιπτώσεις των βιομηχανικών ατυχημάτων (Ελσίνκι, 17 Μαρτίου 1992) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2546/1997)
Συνθήκη για την πλήρη απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών (Νέα Υόρκη) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2686/1999)
Σύμβαση για την έγκαιρη γνωστοποίηση σε περίπτωση πυρηνικού ατυχήματος (Βιέννη, 26 Σεπτεμβρίου 1986) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1938/1991)
Σύμβαση για αρωγή σε περίπτωση πυρηνικού ατυχήματος ή έκτακτης ραδιολογικής ανάγκης (Βιέννη, 26 Σεπτεμβρίου 1986) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1937/1991)
Σύμβασις περί Αστικής Ευθύνης εις τον τομέα της πυρηνικής ενεργείας (Παρίσι, 29 Ιουλίου 1960) (βλ. νδ/γμα 336/1969)
Συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Εθνικής Επιτροπής για τον έλεγχο πυρηνικών δραστηριοτήτων της Ρουμανίας για την έγκαιρη γνωστοποίηση πυρηνικού ατυχήματος και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με τις πυρηνικές εγκαταστάσεις (Βουκουρέστι, 22 Δεκεμβρίου 1997) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2680/1999)
Σύμβαση για την απαγόρευση της στρατιωτικής ή οποιασδήποτε άλλης εχθρικής χρήσης των τεχνικών μεθόδων μεταβολής του περιβάλλοντος (Γενεύη, 18 Μαΐου 1977) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1362/1983)
Protocol on Civil Liability and Compensation for Damage caused by the Transboundary effects of Industrial Accidents (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
Συνθήκη για τον Χάρτη Ενέργειας (Λισαβόνα, 23 Δεκεμβρίου 1994) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2476/1997)
Πρωτόκολλο του Χάρτη Ενέργειας για την ενεργειακή απόδοση και τα σχετικά περιβαλλοντικά ζητήματα (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2476/1997)
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΟΥ ΑΕΡΑ – ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ
Σύμβαση – Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές (Νέα Υόρκη ΗΠΑ, 9 Μαΐου 1992) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2205/1994)
Πρωτόκολλο του Κιότο στη Σύμβαση – Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος, που υπογράφηκε στη Νέα Υόρκη την 29η Απριλίου 1998 (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3017/2002)
Σύμβαση της Βιέννης του 1985 για την προστασία της στοιβάδας του όζοντος και Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ του 1987 για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στοιβάδα του όζοντος (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1818/1988)
Τροποποίηση του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ του 1987 σχετικά με τις ουσίες που καταστρέφουν τη στοιβάδα του όζοντος (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2110/1992)
Τροποποίηση του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ του 1987 σχετικά με τις ουσίες που καταστρέφουν τη στοιβάδα του όζοντος (Κοπεγχάγη, 23-25 Νοεμβρίου 1992) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2262/1994)
Τροποποιήσεις του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ του 1987 σχετικά με τις ουσίες που καταστρέφουν τη στοιβάδα του όζοντος (Μόντρεαλ, 15-17 Σεπτεμβρίου 1997 και Πεκίνο, 29 Νοεμβρίου – 3 Δεκεμβρίου 1999) (έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3425/2005)
Διεθνής Σύμβαση ΟΗΕ για τη διασυνοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση (Γενεύη, 14 Νοεμβρίου 1979) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1374/1983)
Πρωτόκολλο στη Σύμβαση της Γενεύης του 1979 για τη διαμεθοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλη απόσταση σχετικά με τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση του Προγράμματος για τη συνεχή παρακολούθηση και εκτίμηση της μεταφοράς των ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση στην Ευρώπη (ΕΜΕΡ) (Γενεύη, 28 Σεπτεμβρίου 1984) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 1752/1988)
Πρωτόκολλο της Σύμβασης 1979 περί της διασυνοριακής ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση σχετικά με την περαιτέρω μείωση των εκπομπών θείου (Όσλο, 14 Ιουνίου 1994) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2542/1997)
Πρωτόκολλο της Σύμβασης 1979 περί της διασυνοριακής ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση σχετικά με τον έλεγχο των εκπομπών οξειδίων του αζώτου ή των διασυνοριακών ροών τους (Σόφια, 31 Οκτωβρίου 1988) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2543/1997)
Συνθήκη περί απαγορεύσεως των δοκιμών πυρηνικών όπλων εις την ατμόσφαιραν, το εκτός της ατμόσφαιρας διάστημα και υπό το ύδωρ (Μόσχα, 5 Αυγούστου 1963) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 4335/1963)
Protocol to the 1979 Convention on long – range transboundary air pollution concerning the control of emissions of volatile organic compounds or their transboundary fluxes (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Protocol to the 1979 Convention on long – range transboundary air pollution on heavy metals (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Protocol to the 1979 Convention on long – range transboundary air pollution on persistent organic pollutants (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
Protocol to the 1979 Convention on long – range transboundary air pollution to abate acidification, eutrophication and ground-level ozone (έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ
Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της απερήμωσης σε χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρή ξηρασία ή/και απερήμωση, ιδιαίτερα στην Αφρική (Παρίσι, 14 Οκτωβρίου 1994) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2468/1997)
ΡΥΠΑΝΣΗ ΑΠΟ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Σύμβαση για τον έλεγχο των διασυνοριακών κινήσεων επικίνδυνων αποβλήτων και της επεξεργασίας τους (Βασιλεία, 22 Μαρτίου 1989) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2203/1994)
Τροποποίηση της Σύμβασης της Βασιλείας για τον έλεγχο των διασυνοριακών κινήσεων επικίνδυνων αποβλήτων και της επεξεργασίας τους (Γενεύη, 22 Σεπτεμβρίου 1995) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3835/2010)
Σύμβαση περί της διαδικασίας συναίνεσης μετά από ενημέρωση για ορισμένα επικίνδυνα προϊόντα και προϊόντα φυτοπροστασίας στο διεθνές εμπόριο (Ρότερνταμ, 11 Σεπτεμβρίου 1998) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3176/2003)
Σύμβαση για τους Έμμονους Οργανικούς Ρύπους (Persistent Organic Pollutants – POPs) (Στοκχόλμη, 22 Μαΐου 2001) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 3447/2006)
Κοινή Σύμβαση για την ασφάλεια της διαχείρισης αναλωθέντων καυσίμων και την ασφάλεια της διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων (Βιέννη, 5 Σεπτεμβρίου 1997) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2824/2000)
Protocol on Liability and Compensation for Damage Resulting from Transboundary Movements of Hazardous Wastes and their Disposal (δεν έχει υπογραφεί από την Ελλάδα)
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας για συνεργασία στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης (Λευκωσία, 11 Δεκεμβρίου 1995) (έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον ν. 2424/1996)
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΙΣ
Declaration of the United Nations Conference on the Human Environment (Stockholm, 5-16 June 1972)
Rio Declaration on Environment and Development (Rio de Janeiro, 3-14 June 1992)
Johannesburg Declaration on Sustainable Development (Johannesburg South Africa, 2-4 September 2002)
The Marrakesh Accords and Declaration (Marrakesh Morocco, 29 October – 10 November 2001)
.
ΙΙΙ. Φορείς και αποδέκτες του δικαιώματος στο περιβάλλον
Σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 24 του Συντάγματος που ορίζει ρητά ότι: «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός», φορείς του δικαιώματος προστασίας του περιβάλλοντος είναι όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια και όχι μόνον οι Έλληνες πολίτες, δεδομένου ότι η σχετική συνταγματική διάταξη δεν διακρίνει, αλλ΄ αναφέρεται γενικά σε «δικαίωμα του καθενός».
Λόγω της φύσεως της έννομης σχέσης που αφορά το περιβαλλοντικό αγαθό, το δικαίωμα στο περιβάλλον κατ΄ άρθρο 24 του Συντάγματος θα πρέπει να θεωρηθεί ότι κατοχυρώνεται υπέρ παντός φυσικού προσώπου και υπέρ των αλλοδαπών.[26] Πέραν δε τούτων, το δικαίωμα στο περιβάλλον, ως εκ της φύσεώς του και δυνάμει της ρητής πλέον συνταγματικής κατοχύρωσης στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 24 της αρχής της αειφορίας, παρουσιάζει και το ιδιαίτερο και μοναδικό χαρακτηριστικό, μεταξύ των λοιπών θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνει το Σύνταγμά μας, να θεωρούνται ως φορείς του συλλήβδην και αδιακρίτως οι μέλλουσες γενεές. Τέλος, προς τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να θεωρηθεί ότι εξομοιούνται ως φορείς, όσον αφορά το δικαίωμά τους σε ένα υγιεινό και οικολογικά ισόρροπο περιβάλλον, και τα νομικά πρόσωπα και ενώσεις προσώπων.[27]
Η συνταγματική διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 ορίζει ρητά το Κράτος ως υποκείμενο της υποχρέωσης προστασίας του περιβάλλοντος, φυσικού και πολιτιστικού. Κύριος αποδέκτης του δικαιώματος στο περιβάλλον είναι επομένως το Κράτος με όλα τα όργανά του: νομοθετικά, διοικητικά, δικαστικά, τα οποία οφείλουν, αρνητικά μεν να μην προβαίνουν σε πράξεις που συνιστούν προσβολή του περιβάλλοντος ή της προστασίας του, θετικά δε να το προστατεύουν προληπτικά ή κατασταλτικά.
Από το δικαίωμα στο περιβάλλον δεσμεύονται ως αποδέκτες του όλοι οι φορείς του δημοσίου τομέα, τόσο δηλαδή η δημόσια Διοίκηση κατά την έκδοση των πάσης φύσεως διοικητικών πράξεων, είτε εκδίδονται κατά δέσμια αρμοδιότητα είτε κατά διακριτική ευχέρεια, όσο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (νπδδ) και τα όργανά τους. Με τα κρατικά όργανα εξομοιώνονται και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του δημοσίου τομέα και οι επιχειρήσεις, των οποίων αποκλειστικός ή κύριος μέτοχος είναι το κράτος.[28] Εμμέσως αποδέκτες είναι οι ιδιώτες, δεδομένου ότι πολλές διατάξεις του περιβαλλοντικού δικαίου υποχρεώνουν και αυτούς.
ΙV. Πεδίο προστασίας
Α. Το περιεχόμενο του δικαιώματος
Το δικαίωμα στο περιβάλλον αποτελεί δικαίωμα για ένα περιβάλλον υγιεινό και οικολογικά ισόρροπο. Όπως κάθε ανθρώπινο δικαίωμα προστατεύει ένα ανθρώπινο αγαθό, το οποίο εν προκειμένω είναι:[29]
α) η ανθρώπινη ζωή, με την έννοια της φυσικής υπόστασης του ατόμου, της υγείας του και της διαφύλαξής της,
β) η αξιοπρέπεια του ανθρώπου, η ποιότητα ζωής που καθιστά την ανθρώπινη ζωή άξια να βιωθεί και
γ) το ίδιο το περιβάλλον ως αγαθό που χρήζει έννομης προστασίας.
Επομένως, τα στοιχεία που συνθέτουν την έννοια του δικαιώματος στο περιβάλλον αφορούν την εξασφάλιση των φυσικών βάσεων της ζωής και την ποιότητά της, δηλαδή την ανάπτυξη των ανθρωπίνων ικανοτήτων προς το συμφέρον του ατόμου και του συνόλου και αφ΄ ετέρου το ίδιο το περιβάλλον, ως έννομο αγαθό του ανθρώπου και αξία αυτοτελή.[30]
Το περιεχόμενο του δικαιώματος στο περιβάλλον είναι σύνθετο: κατ΄ αρχήν προσωπικό, υπό την έννοια ότι προστατεύει τη ζωή και την υγεία ως κατ΄ εξοχήν προσωπικά αγαθά. Ως ατομικό δικαίωμα, το δικαίωμα στο περιβάλλον έχει χαρακτήρα αρνητικό, αμυντικό, ο οποίος θέτει όρια στη δράση της κρατικής εξουσίας και στοχεύει στη δημιουργία για το άτομο μιας σφαίρας ελεύθερης από κάθε κρατική παρέμβαση (status libertatis ή negatives). Σε περίπτωση δε που το Κράτος παραβιάσει την υποχρέωση αυτή αποχής, μη επέμβασης, το άτομο που θίγεται δύναται να ζητήσει επανόρθωση μέσω της δικαστικής οδού. Υπ΄ αυτή την οπτική, το δικαίωμα στο περιβάλλον σημαίνει:[31]
α) Υποχρέωση του Κράτους να μην προσβάλλει άμεσα το περιβάλλον με δραστηριότητες ή αποφάσεις που λαμβάνει στο πλαίσιο της δημόσιας εξουσίας και να μην προσβάλλει διά των οργάνων του την ελεύθερη άσκηση της συμμετοχής των ατόμων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που αφορούν το περιβάλλον. Από αυτή την άποψη δηλαδή η υποχρέωση του Κράτους συνιστά μια αρνητική υποχρέωσή του να μην προβαίνει σε ρυθμίσεις αντίθετες προς τις διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγματος και σε περίπτωση που τέτοιες ρυθμίσεις έχουν θεσπισθεί, να μην τις εφαρμόζει ως αντισυνταγματικές.
β) Υποχρέωση αποχής από βλαπτικές ενέργειες κατά του περιβάλλοντος, προκειμένου το τελευταίο ν΄ αποτελέσει πεδίο ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας με υγεία και υψηλή ποιότητα.
Περαιτέρω, το δικαίωμα στο περιβάλλον αναγνωρίζεται και ως κατ΄ εξοχήν κοινωνικό δικαίωμα, ενταγμένο στο πλαίσιο της υποχρέωσης του Κράτους, ως σύγχρονου κοινωνικού κράτους δικαίου, όχι μόνο να απέχει από οποιαδήποτε επέμβαση στο χώρο της ελευθερίας των ατόμων, αλλά και να προβαίνει σε θετικά μέτρα και παροχές που διασφαλίζουν και υλοποιούν το περιεχόμενο της προστασίας των δικαιωμάτων προς τους πολίτες.[32] Τα κοινωνικά δικαιώματα ανήκουν στην κατηγορία των δικαιωμάτων θετικής αποκατάστασης (status positives), υπό την έννοια ότι συνεπεία του θετικού περιεχομένου τους οι φορείς τους απαιτούν από το Κράτος ορισμένες παροχές, οι οποίες συνιστούν νομιμοποιημένες απαιτήσεις θετικής ενέργειας. Στα κοινωνικά δικαιώματα υπάγονται όλα τα δικαιώματα που είναι συνδεδεμένα με την κοινωνική υπόσταση του προσώπου.
Το δικαίωμα στο περιβάλλον γίνεται δεκτό ότι έχει και χαρακτήρα πολιτικού δικαιώματος, δεδομένου ότι η άσκησή του απορρέει από την ενεργητική κατάσταση του ατόμου (status activus) και εντάσσεται στα δικαιώματα συμμετοχής των ατόμων στην άσκηση της κρατικής εξουσίας. Υπό την έννοια ότι το περιβάλλον ανήκει σε όλους και αποτελεί κοινό αγαθό, το δικαίωμα στο περιβάλλον είναι και συλλογικό δικαίωμα, ανήκει δε στη λεγόμενη «τρίτη γενιά» των δικαιωμάτων του ανθρώπου, αυτή των συλλογικών δικαιωμάτων. Από αυτή την άποψη, το δικαίωμα στο περιβάλλον εκφράζει το συλλογικό ενδιαφέρον για την προστασία του περιβάλλοντος, το οποίο δεν ταυτίζεται ούτε με τα προσωπικά συμφέροντα των ατόμων, ούτε με την έννοια του γενικού συμφέροντος που αποτελεί θεμέλιο της ρυθμιστικής δράσης του Κράτους.
Περαιτέρω, το δικαίωμα στο περιβάλλον είναι δικαίωμα αλληλεγγύης, εφ΄ όσον προστατεύει ένα αγαθό, το οποίο λαμβάνει υπ΄ όψη και τη μέλλουσα ανθρωπότητα, δημιουργώντας στο παρόν συνθήκες ζωής που επιτρέπουν και εξασφαλίζουν τη διατήρηση και ανάπτυξή της.[33] Τέλος, το δικαίωμα στο περιβάλλον, προσδιοριζόμενο ως το δικαίωμα του ανθρώπου σε ένα περιβάλλον υγιεινό και οικολογικά ισόρροπο, έχει ένα περιεχόμενο μεταβλητό, άμεσα σχετιζόμενο με τις γενικότερες αντιλήψεις, τους στόχους και τις ακολουθούμενες πολιτικές στην οικονομία, τη χωροταξία, τις δράσεις, την τεχνολογία και τα ενεργειακά θέματα.
Γ. Η έκταση της έννομης προστασίας
Tο κατ΄ άρθρο 20 του Συντάγματος κατοχυρωμένο δικαίωμα δικαστικής προστασίας λειτουργεί ως θεματοφύλακας της απρόσκοπτης άσκησης του δικαιώματος στο περιβάλλον και ως εγγυητής της πληρότητας και αποτελεσματικότητας της προστασίας του περιβάλλοντος και της αποκατάστασης των περιβαλλοντικών βλαβών. Για την αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλ­λοντος, κατά τις ισχύουσες δια­τάξεις, δυνατότητα προσφυγής παρέχεται μόνον σε όποιον έχει άμεσο, προσωπικό και ενεστώς έν­νομο συμ­φέρον,[38] ως προϋπόθεση του παραδεκτού των ενδίκων βοηθημάτων και της εν γένει δυνατότητας πρόσβασης στη δικαιοσύνη.
Tο έννομο συμφέρον ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αι­τήσεως ακυρώσεως προβλέπεται από το πδ/γμα 18/1989 σύμ­φωνα με το οποίο αίτηση ακυρώσεως δικαιούται να ασκήσει ο ιδιώτης ή το νομικό πρόσωπο, τους οποίους αφορά η διοικητική πράξη ή των οποίων έννομα συμφέροντα, έστω και μη χρηματικά, προσβάλλονται από αυτή. Η προσβαλλομένη πράξη πρέπει να προξενεί υλική ή ηθική βλάβη στον αιτούντα, το δε έννομο συμφέρον πρέπει να είναι προ­σωπικό, δηλαδή ο αιτών πρέπει να τελεί σε ιδιαίτερο νομικό δεσμό με την προσβαλλομένη πράξη. Eιδικά όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, γίνεται δεκτό ότι νομιμοποιούνται να ασκήσουν αίτηση ακυ­ρώσεως κατά πράξεως που προσβάλλει συμφέροντά τους, η επιδίωξη των οποίων περι­λαμβάνεται στον σκοπό τους, όπως προκύπτει από τον νόμο ή το κα­ταστατικό, αλλά και κατά πράξεως που προσβάλλει τα συμφέροντα του συνόλου των με­λών τους, αν το νομικό πρόσωπο έχει σκοπό την προάσπισή τους.[39] O χαρακτήρας του εννόμου συμφέροντος ως προσωπικού απο­κλείει τη μετάπτωση της αιτήσεως ακυρώσεως σε λαϊκή αγωγή (actio popularis).[40] Tο έννομο συμφέρον πρέπει περαιτέρω να είναι άμεσο, δηλαδή να αφορά τον ίδιο τον αιτούντα και όχι άλλο πρόσωπο που συνδέεται μαζί του με ορισμένη σχέση και ενεστώς, δηλαδή να υφίσταται τόσο κα­τά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλομένης πράξεως όσο και κα­τά τον χρόνο άσκησης και συζήτησης της αιτήσεως ακυρώσεως και κατά την τελευταία συζήτηση.[41] Eιδικά για τους OTA το έννομο συμφέρον τους θεμελιώνεται στην παρεχόμενη από το Σύνταγμα αρμοδιότητα μέριμνας για τις τοπικές υποθέσεις της περιοχής αρμοδιότητάς τους.[42] Ιδιαίτερη σημασία έχει το δικαίωμα προσφυγής στη Δικαιοσύνη στο πλαίσιο της εφαρμογής των προβλεπομένων από τη Σύμβαση του Άαρχους για προσβολές της ελευθερίας περιβαλλοντικής πληροφόρησης και συμμετοχής, συνιστώντας κατ΄ ουσίαν τον τρίτο βασικό άξονα υλοποίησης και εφαρμογής της ενεργούς συμμετοχής των πολιτών σε περιβαλλοντικά θέματα.[43]
Όσον αφορά την παρεχόμενη δικαστική προστασία στο πλαίσιο του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε περίπτωση που το εθνικό δίκαιο δεν έχει εναρμονιστεί με Oδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Ευρωπαίος πολίτης έχει δικαίωμα: α) καταγγελίας στην Eυρωπαϊκή Eπιτροπή, η οποία είναι το αρμόδιο όργανο για την εποπτεία της συμμόρφωσης των κρατών μελών στις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τη Συνθήκη κατ΄ άρθρο 226 ΣΛΕΕ,[44] β) αναφοράς στο Eυρωπαϊκό Kοινοβούλιο κατά τα άρθρα 24 και 227 ΣΛΕΕ,[45] γ) αναφοράς στον Διαμεσολαβητή κατ΄ άρθρο 228 συνδ. με άρθρο 24 ΣΛΕΕ,[46] δ) αποζημίωσης έναντι του κράτους μέλους για ζημία που του προκάλεσε η παράβαση του δικαίου της ΕΕ ή η μη συμμόρφωση με αυτό.[47]
Σε επίπεδο διεθνούς δικαίου η πρώτη περιβαλλοντική υπόθεση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης αφορούσε πυρηνικές δοκιμές το 1974[48] και έληξε πρόωρα όταν η Γαλλία ανακοίνωσε ότι η επίμαχες πυρηνικές δοκιμές είχαν ολοκληρωθεί, οπότε το Δικαστήριο θεώρησε τη σχετική αναγγελία ως δεσμευτική μονομερή δήλωση. Λόγω έλλειψης υποθέσεων ενώπιον του τμήματος, το Δικαστήριο έπαυσε να εκλέγει δικαστές για τη στελέχωσή του από το 2006 και έπειτα.[49] Η νομολογία του σχετικά νέου Διεθνούς Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας έχει προοδευτικά σημαντικές περιβαλλοντικές προεκτάσεις. Με την πάροδο του χρόνου το Δικαστήριο ήρθε αντιμέτωπο με σημαντικές υποθέσεις περιβαλλοντικού δικαίου.[50]
Και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) αναγνώρισε από το 1991, στην υπόθεση Fredin, την ιδιαίτερη αξία του αιτήματος προστασίας του περιβάλλοντος. Μέσω της διασταλτικής ερμηνείας εννοιών της Σύμβασης και του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου του 1952, το ΕΔΔΑ με σειρά αποφάσεών του έχει εξετάσει ζητήματα περιβαλλοντικής προστασίας κυρίως σε σχέση με τα άρθρα: 2 ΕΣΔΑ (δικαίωμα στη ζωή), 8 ΕΣΔΑ (δικαίωμα στην κατοικία, την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή) και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου (προστασία περιουσίας).[51]
Οι περιορισμοί της ιδιοκτησίας που στηρίζο­νται στο άρθρο 24 του Συντάγματος μπορούν κατ΄ αρχήν να έχουν ευρύτερο πε­ριε­χόμενο από τους επιτρεπόμενους κατά το άρθρο 17 του Συντάγματος γενικούς περιο­ρισμούς των δικαιωμάτων του ιδιοκτήτη. Aν όμως συνεπάγο­νται τόσο ουσιώδη δέσμευση της ιδιοκτησίας, ώστε να πλήττεται ο πυρήνας του δικαιώματος, γεννάται υποχρέωση της Διοικήσεως να αποζημιώσει τον θιγόμενο ιδιοκτήτη.[61] Και οι περιορισμοί του άρθρου 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος, προς τον σκοπό προστασίας στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς, δύνανται να έχουν ευρύτερο περιεχόμενο από τους γενικούς περιορισμούς της ιδιοκτησίας του άρθρου 17, δημιουργώντας αντίστοιχη υποχρέωση αποζημίωσης του θιγομένου ιδιοκτήτη, όταν δεσμεύουν ουσιωδώς την ιδιοκτησία κατά τον προορισμό της.[62]
Περαιτέρω γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση που η περιουσία προσώπου αποτελεί αντικείμενο απαλλοτριώσεως, πρέπει να υφίσταται διαδικασία, η οποία εξασφαλίζει σφαιρική εκτίμηση των συνεπειών της, ήτοι τη χορήγηση αποζημίωσης σε σχέση με την αξία του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, τον καθορισμό των δικαιούχων της αποζημιώσεως και κάθε άλλο θέμα σχετικό προς την απαλλοτρίωση, συμπεριλαμβανομένης της δικαστικής δαπάνης.[63] Οι επιβαλλόμενοι με τη θέσπιση Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) περιορισμοί στο περιεχόμενο και την έκταση του δικαιώματος κυριότητας ιδιοκτητών ακινήτων, έστω και αν είναι δυσμενέστεροι για τους ιδιοκτήτες από αυτούς που ίσχυαν προηγουμένως, δεν προσκρούουν στο άρθρο 17 του Συντάγματος, εφ΄ όσον θεσπίζονται με αντικειμενικά κριτήρια χάριν προστασίας του δημοσίου συμφέροντος και δεν εξαφανίζουν ούτε καθιστούν αδρανή την ιδιοκτησία σε σχέση με τον προορισμό της.[64]
Έχει επίσης κριθεί ότι η νόμιμη ένταξη περιοχής σε ζώνη προστασίας με καθορισμό αυστηρών όρων δόμησης και χρήσεων δεν συνιστά παράβαση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία, εφ΄ όσον αφορά ακίνητα εκτός σχεδίου πόλεως, μη προοριζόμενα προς δόμηση.[65] Μπορεί όμως, υπό προϋποθέσεις, να γεννηθεί υποχρέωση αποζημίωσης των θιγομένων ιδιοκτητών. Αλλά και η πράξη εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης, καθορίζοντας τμήματα αφαιρούμενα από ιδιοκτησίες για εισφορά σε γη ή προσδιορίζοντας τμήματα ιδιοκτησίας που ρυμοτομούνται για δημιουργία κοινοχρήστων χώρων, επιτρέπει σημαντικές επεμβάσεις στην ιδιοκτησία, οι οποίες δεν ολοκληρώνονται με τη μεταγραφή της πράξης εφαρμογής, αλλά κατ΄ άρθρο 17 παρ. 2 του Συντάγματος πρέπει να προηγηθεί πλήρης αποζημίωση των θιγομένων ιδιοκτησιών.[66]
Γίνεται επίσης δεκτό ότι η Διοίκηση, εφ΄ όσον επιδιώκει τροποποίηση του σχεδίου πόλεως, δύναται να προβαίνει εκ νέου σε απαγόρευση οικοδομικών εργασιών, υπό την προϋπόθεση ότι το μεσολαβήσαν από την παλαιότερη απαγόρευση χρονικό διάστημα επαρκεί για την ακώλυτη χρήση της ιδιοκτησίας και δεν την καθιστά αδρανή.[67] Ιδιωτικά ακίνητα μπορούν να αποκτήσουν χαρακτήρα κοινοχρήστου χωρίς να καταβληθεί αποζημίωση, εφ΄ όσον αυτά προβλέπονται από εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο ως κοινόχρηστοι χώροι και έχουν τεθεί σε κοινή χρήση, υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι η κοινοχρησία είναι αποτέλεσμα της βουλήσεως του ιδιοκτήτη ή προκύπτει από πραγματική κατάσταση που διατηρήθηκε επί μακρό χρόνο.[68]
Ωστόσο, έχει κριθεί ότι ο καθορισμός με πράξη έγκρισης, αναθεώρησης, τροποποίησης ή επέκτασης ρυμοτομικού σχεδίου, ακινήτων ως χώρων προοριζομένων για την ανέγερση εγκαταστάσεων κοινής ωφέλειας, εφ΄ όσον υπερβαίνει τα κατά περίπτωση εύλογα χρονικά όρια, επισύρει υποχρέωση της Διοικήσεως να άρει τη δέσμευση με τον αποχαρακτηρισμό του ακινήτου, ο οποίος σε περίπτωση αρνήσεως της Διοικήσεως, επιβάλλεται δικαστικώς με ακύρωση της αρνήσεως.[69] Αλλά και το γεγονός ότι λόγω της εφαρμογής του τεκμηρίου του άρθρου 1 ν. 653/1977, που θεωρήθηκε αμάχητο, ήταν αδύνατη η εξασφάλιση αποζημιώσεως των θιγομένων ιδιοκτητών, την οποία είχε αποφασιστεί ότι εδικαιούντο, αποτελεί παράβαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ.[70]
Α. Φυσικό περιβάλλον
Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 24 του Συντάγματος επιτάσσει στο Κράτος να λαμβάνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Παράλειψη της Διοικήσεως να λάβει τα μέτρα που προβλέπει η διάταξη αυτή συνιστά παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας υποκείμενη σε ακύρωση από το Συμβούλιο της Επικρατείας, διότι διαφορετικά η συνταγματική αυτή επιταγή θα μετέπιπτε σε απλή θεωρητική διακήρυξη αρχής με αποτέλεσμα να παραμένει το περιβάλλον χωρίς ουσιαστική προστασία παρά τη σαφώς αντίθετη βούληση του συνταγματικού νομοθέτη.[71] Διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος και την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης περιέχει και η Συνθήκη της Λισαβόνας (άρθρα 191 συνδ. 2 και 6 ΣΛΕΕ).
Ο ν. 1650/1986 αποτέλεσε το βασικό νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία του περιβάλλοντος στη χώρα μας, μέσα από μια διαβαθμισμένη συστηματική κατάταξη του συνόλου των προστατευόμενων περιοχών, προβλέποντας και τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων που ενδέχεται να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον σε συμμόρφωση και με σχετικές διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.[72] Η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων αποτελεί το βασικό μέσο εφαρμογής των αρχών της πρόληψης και προφύλαξης, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να διακριβώνουν και αξιολογούν τους κινδύνους και τις συνέπειες του έργου και να εκτιμούν, αν η πραγματοποίησή του είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας και τις συνταγματικές επιταγές.[73] Η αρμοδιότητα έκδοσης πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων καθορίζεται από τον κύκλο αρμοδιοτήτων κάθε υπουργού με βάση τη φύση και το αντικείμενο του εκτελούμενου έργου.[74]
Προκειμένου περί έργων ή δραστηριοτήτων προβλεπομένων από εγκεκριμένο χωροταξικό, πολεοδομικό ή ρυθμιστικό σχέδιο, δεν απαιτείται προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση ούτε προμελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, επιβάλλεται όμως τήρηση της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ήτοι μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, κατά την οποία εξετάζεται και η καταλληλότητα από γενικότερη περιβαλλοντική άποψη της θέσεως του έργου που έχει καθορισθεί με χωροταξικά και πολεοδομικά κριτήρια.[75] Η έγκριση σχεδίου ή προγράμματος υποκειμένου σε στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση δεν επιτρέπεται να χωρήσει πριν την έγκριση στρατηγικής μελέτης, με την οποία ολοκληρώνεται η διαδικασία στρατηγικής εκτίμησης.[76] Η εκπόνηση στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αποσκοπεί να διαφωτίσει τη Διοίκηση, ήδη κατά το στάδιο σχεδιασμού, ως προς τους κινδύνους υλοποίησης σχεδίου για το φυσικό, πολιτιστικό και ανθρωπογενές περιβάλλον και τους τρόπους αποσόβησής τους.[77]
Γίνεται επίσης δεκτό ότι μέχρι την κατάρτιση του κοινοτικού καταλόγου του δικτύου Natura 2000, οι ενταχθέντες στον εθνικό κατάλογο τόποι απολαύουν προστασίας, η οποία αποσκοπεί στη διασφάλιση της ικανοποιητικής διατήρησής τους, απαγορεύεται δε να ασκούνται στους τόπους αυτούς δραστηριότητες συνεπαγόμενες υποβάθμισή τους. Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν μέτρα προστασίας των τόπων αυτών, ικανά να διαφυλάξουν το ουσιώδες οικολογικό ενδιαφέρον τους και δεν μπορούν να επιτρέπουν παρεμβάσεις δυνάμενες να ελαττώσουν σημαντικά την έκτασή τους ή να προκαλέσουν εξαφάνιση ειδών προτεραιότητας σε αυτούς.[78]
Όσον αφορά το έννομο αγαθό του αιγιαλού, η παραχώρηση δικαιωμάτων απλής χρήσης του σε ΟΤΑ πρέπει να γίνεται μεμονωμένα και κατά περίπτωση, προκειμένου να διασφαλισθεί η κατά προορισμόν χρήση του ως κοινοχρήστου αγαθού. Η συλλήβδην παραχώρηση του συνόλου των αιγιαλών της χώρας στους πρωτοβάθμιους ΟΤΑ έχει κριθεί ως εκτός ορίων εξουσιοδοτήσεως της παρ. 5 του άρθρου 13 ν. 2971/2001.[87] Τα ύδατα θεωρούνται φυσικοί πόροι, οικονομικά αγαθά και περιβαλλοντικά στοιχεία, η βιώσιμη (αειφόρος) διαχείριση των οποίων συνιστά βασική παράμετρο ζωής, υγείας και ανάπτυξης, δεδομένου ότι οι υδατικοί πόροι δεν είναι απεριόριστοι.[88] Το κράτος υποχρεούται να διατηρεί τα πάσης φύσεως υδρορεύματα στη φυσική τους κατάσταση προς διασφάλιση της ελεύθερης ροής των υδάτων, αποκλείεται δε κάθε αλλοίωση της φυσικής τους κατάστασης. Εκτέλεση τεχνικών έργων πλησίον ρέματος επιτρέπεται μόνον εφ΄ όσον διασφαλίζεται η ανεμπόδιστη επιτέλεση της φυσικής του λειτουργίας, για να εξασφαλιστεί δε ο σκοπός αυτός απαιτείται, πριν την εκτέλεση τεχνικών έργων πλησίον ρέματος, ο καθορισμός της οριογραμμής του.[89] Έχει επίσης υποστηριχθεί ότι οι διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 2 και 4 του ν. 4258/2014 εισάγουν ανεπίτρεπτη διάκριση των ρεμάτων σε «μεγάλα» και «μικρά» με αντίστοιχη, επί το χείρον, διαβάθμιση της νομικής τους προστασίας.[90]
Ολόκληρο το άρθρο στο
*www.dasarxeio.com